Αλήθεια είναι, η εμπειρία δεν μεταδίδεται, δεν μεταφέρεται, δεν μεταγγίζεται, παρά αποκτιέται και τότε μόνο μετρά γιατί παράγει δράση και συναίσθημα και μετακίνηση. Γιατί εμπειρία είναι αυτό που ζεις.
Και τώρα ο καθένας από μας ζει τη δική του ατομική εμπειρία κάτω από έναν καλά μεθοδευμένο, κι επιστημονικά “φορεμένο” φόβο, ζει ένα βάρος ασήκωτο και άγνωστο για το οποίο δεν είχε προηγούμενη εμπειρία, ζει την προσωπική του παραλυσία, γιατί ο καθένας κάνει αναφορά στα χαρακτηριστικά της δικής του ζωής. Η βασική σύγκριση δηλαδή γίνεται αυτοματοποιημένα και πάντα στις ατομικές και οικογενειακές σταθερές, μέσα στο πρωτογενές σύστημα.
Όμως επειδή ακριβώς πρόκειται για τον τρόμο μπροστά στο ίδιο αδιέξοδο κι επειδή άλλωστε η επιστημονικότητα με τη βοήθεια της οποίας αυτός προκλήθηκε, κατάφερε πολύ νωρίς να παρασύρει έναν «κρίσιμο αριθμό», εύλογα και εύκολα, το αποτέλεσμα ήταν μια γενικευμένη παραλυσία.
Σαν μέσα σε ένα κλειστό κέλυφος ο τόπος μου, χρόνια τώρα, σχεδόν λεπρός για τα υπόλοιπα μέρη του συστήματός του (;) -την άλλη Ευρώπη, ζει τη δική του Σπιναλόγκα, βυθιζόμενος ολοένα και πιο πολύ, αφού πρώτα, αυτοί που ανέλαβαν να παίρνουν αποφάσεις, μετέτρεψαν εύκολα την ενέργειά του από κινητική σε δυναμική και πάλι κινητική, με φορά προς τα κάτω.
Έτσι, το κέλυφος ζει τα αποτελέσματα της δικής του διάδρασης, αναπαράγοντας νέο τρόμο, νέα παραλυσία, νέα απογοήτευση, νέο αδιέξοδο -και καθώς άλλωστε οι από πάνω μεθοδικά συνεχίζουν να ρίχνουν από μια τρύπα, νέες απειλές, νέους φόβους, νέες φθορές.
Και τώρα;
Ας θυμηθούμε….
Ο καθένας τις δικές του εμπειρίες, τα προσωπικά του επιτεύγματα. Μας φαίνονται μικρά, υποτυπώδη, ασήμαντα;
Ας θυμηθούμε….
Πρώτα το βασικό μας κατόρθωμα: Να βγούμε υγιείς απ την κοιλιά της μάνας μας! Ούτε που μπορούμε να συλλάβουμε τι κόπος και τι πόνος χρειάστηκε γι αυτό -όλες οι μανούλες βέβαια, συζητάνε το δικό τους μαρτύριο για τη γέννα μας, όμως υπάρχουν ακριβείς επιστημονικές μελέτες που διηγούνται το αντίθετο (μεταξύ μας, ο δικός μας ήταν μεγαλύτερος). Και μετά, πόσες και πόσες φορές από τότε που γεννηθήκαμε δεν χρειάστηκε να τα βάλουμε με θεούς και δαίμονες για να καταφέρουμε να ζήσουμε; Πόσες πληγές κι απειλητικά για τη ζωή μας γεγονότα όχι όπως το γυμνό μάτι των άλλων εκτίμησε, αλλά όπως η δική μας ψυχούλα έζησε, δεν χρειάστηκε ν’ αντιπαρέλθουμε, αναπτύσσοντας έναν θαυμαστό μηχανισμό επιβίωσης;
Ας θυμηθούμε…
Όταν ο γείτονας έβαζε φόλα στο σκυλάκι μας, όταν ο μπαμπάς κουρασμένος μας τρόμαζε, η μαμά για το καλό μας μάς απειλούσε, ο δάσκαλος μας πρόσβαλλε, ο φίλος μας πρόδινε, ο συμμαθητής μας ζούσε με μιαν αδιάφορη θεία γιατί οι γονείς του ήταν μετανάστες στη Γερμανία, το σκοτάδι μας τρόμαζε..
Και μετά και μετά και μετά μεγαλώσαμε..
Και μετά, μέσα σ’ ένα κράτος, λίγο πολύ, πάντα εχθρικό στον πολίτη του, πόσες και πόσες φορές δεν χρειάστηκε να πέσουμε και να σηκωθούμε απ την αρχή, να “το πάρουμε” αλλιώς, να βρούμε λύσεις, να κατασκευάσουμε νέες άγκυρες, να συνεχίσουμε.
Ας θυμηθούμε…
τους έρωτες, τις μεγάλες μας αγάπες, τα όνειρα που αφήσαμε μισά και τ’ άλλα που πραγματοποιήσαμε,
ας θυμηθούμε…
πόσες φορές περάσαμε δια μέσου των πόνων μας,
ας θυμηθούμε…
και τις μικρές και τις μεγάλες μας χαρές, τους μικρούς και τους μεγάλους θριάμβους μας, ας τους επανεκτιμήσουμε.
Κοντολογίς, ας θυμηθούμε ποιοι είμαστε και πως πάντα τα καταφέραμε!
Μπορεί να έχει μια σημασία τώρα αυτό;
Μα από τι πρωτίστως εξαρτάται η βιωσιμότητα ενός συνόλου, αν όχι από την βιωσιμότητα των μεμονωμένων μελών του;
Και πώς μπορεί ν’ αλλάξει η φορά της κίνησης και το είδος της ενέργειάς του, αν τα ίδια τα μέλη δεν παράγουν ενέργεια;
Βεβαίως, το περιβάλλον -ό,τι βρίσκεται έξω απ τον ατομικό μας ορίζοντα, μας επηρεάζει. Είναι άλλο όμως το να επηρεαζόμαστε και να ανταλλασσόμαστε κι άλλο να ταυτιζόμαστε. Και για να μην ταυτιστούμε με το πρόβλημα και με μιαν ασθενική νοοτροπία ελέγχου και πτώσης θα πρέπει πρώτα να ανακτήσουμε και να ενισχύσουμε το δικό μας σθένος. Έτσι ίσως μπορέσουμε και να ξεκαθαρίσουμε μέσα μας τις δικές μας απ τις δικές τους ευθύνες και πως αν μας αφορά μια κρίση, αν δηλαδή μια κρίση είναι δική μας, αυτή είναι μια κρίση ήθους, ευγένειας, κατανόησης, αρχών και ελλείμματος επαγρύπνησης. Τα υπόλοιπα είναι δικά τους.
Δεν γίνεται να μας οδηγούν, μέσα από μια ψυχολογική (και όχι μόνο) καταστολή σε μια ταύτιση με το δικό τους πρόβλημα (από το οποίο πρώτοι θα βγουν μόλις φανεί η πρώτη χαραμάδα με φως, γιατί πρώτοι αυτοί θα την εκμεταλλευτούν- αν δεν εκμεταλλεύονται ήδη το ίδιο το πρόβλημα) και ταυτόχρονα σε μια βαθιά ενοχή και συνενοχή.
Είναι ανάγκη να θυμηθούμε την προσωπική αλλά και τη συλλογική μας ιστορία αυτή με την οποία έχουμε δική μας εμπειρία και είναι ανάγκη να το κάνουμε μόνοι, γιατί είμαστε μόνοι -και μάλιστα από την πρώτη ώρα της υποτιθέμενης κρίσης.
Μπροστά στην πιο ύπουλη βία, χρειαζόμαστε την πιο ακλόνητη στήριξη, μια πάκτωση, κι αυτή βρίσκεται μέσα μας κι ανάμεσά μας.
Το λέει η μηχανική, το λέει η φυσική, το λέει η ψυχή μας, το λέει και το σύνταγμά μας στο ακροτελεύτιο άρθρο του.
Ακόμα κι αν δεν το θυμάται πια κανείς -αυτό, αλλά και τα υπόλοιπα…
Φρόσω Παπαδοπούλου