Αγαπημένα μου εγγόνια

 Αποφάσισα να σας γράψω πρωθύστερα, γιατί αυτή την εποχή συμβαίνει ό, τι πιο ανεξήγητο έχω ζήσει. Η ζωή βέβαια, είναι γεμάτη από εκπλήξεις και αντιφάσεις, όμως πάντα έλεγα, πως δεν υπάρχει “εξίσωση που να μη βγαίνει”. (Αυτό είναι μια τόσο συνηθισμένη μου έκφραση, που πιθανώς ήδη να την έχετε ακούσει απ τους γονείς σας, τα παιδιά μου δηλαδή, που τώρα που σας γράφω, είναι μικρά, στην ηλικία σας υποθέτω).

Μπορεί δηλαδή να μην είναι πάντα άμεσα και κατανοητά τα πράγματα μ’ έναν τρόπο καθαρό και γραμμικό, όμως αποκλείεται να μην εξηγούνται. Κι ακόμα πάντα ισχυριζόμουν, πως όπου υπάρχουν ανθρώπινα προβλήματα, υπάρχουν και ανθρώπινες λύσεις και πως το ίδιο το πρόβλημα εμπεριέχει τη λύση του (υποθέτω πως μ’ αυτό το τελευταίο θα σας ζαλίζουν οι γονείς σας, ιδιαίτερα όταν διαβάζετε τα μαθηματικά σας -αν κάνετε ακόμα μαθηματικά, γιατί τους το λέω συνέχεια).

Λοιπόν, αυτή την περίοδο, στη χώρα μας, συμβαίνουν περίεργα πράγματα που θέλουν να καταρρίψουν και τις δυο αυτές πεποιθήσεις μου (ομολογώ, από τις πιο ισχυρές μου).

Ξέρω πως ίσως όταν θα είστε ενήλικες, μπορεί και να είναι στη διάθεσή σας η ιστορία και αυτών των χρόνων, ως ιστορία της πρόσφατης Ελλάδας. Δεν είναι πως αμφισβητώ τους ιστορικούς του μέλλοντος, όμως σ’ αυτή τη χώρα, οι εξακριβώσεις συνήθως αργούν πολύ κι οι διαφάνειες μπάζουν. Άλλωστε, θέλω να σας αφήσω μια μαρτυρία ζωντανή, τη στιγμή που συμβαίνει -και μάλιστα απ’ την γιαγιά (!) που, πιθανώς τότε, αν ζει, να τα ‘χει κάπως χαμένα και να μην μπορεί να υπερασπίσει τη δική της αλήθεια.

Είναι απίστευτο το τι συμβαίνει στο 2011!

Συζητήσεις, αναλύσεις, αγωνίες, απόψεις, διαφωνίες, συμφωνίες, εξηγήσεις, λόγια λόγια λόγια και να μην οδηγούν πουθενά. Τίποτα.

Το μόνο που αληθινά συμβαίνει είναι στην κάθε καινούργια μέρα που ξημερώνει, να μειώνονται τα έσοδα, να αυξάνονται οι φόροι και να παραλύουν κι άλλο οι άνθρωποι. Μα κάθε μέρα; Ναι, κάθε μέρα!

Διάβασα κάποτε τόσα πολλά παραμύθια στους γονείς σας, ξέρετε, συνηθισμένα παραμύθια με κακούς και καλούς πρίγκιπες και βασιλιάδες, και η διάκριση από το πιο βαθυστόχαστο έως το πιο απλοϊκό, ήταν πάντα, στο αν έβαζαν ή όχι πολλούς φόρους και πόσο δίκαιοι ήταν με το λαό τους. Ούτε ένα παραμυθάκι, πιστέψτε με, δεν ανέφερε κάπου, ότι ο βασιλιάς κάθε μέρα που ξυπνούσε, μείωνε κι άλλο τα έσοδα των ανθρώπων απ τις δουλειές τους και έβαζε νέους φόρους.

Στα παραμύθια εκείνα βέβαια, όλοι οι άνθρωποι είχαν μια δουλειά. Κι ακόμα, στα παραμύθια εκείνα, οι “βασιλιάδες”, όταν η χώρα τους αντιμετώπιζε κάποιο πολύ σοβαρό πρόβλημα, προσπαθούσαν να το λύσουν μόνοι τους και δεν φώναζαν άλλους “βασιλιάδες” να τους διαφεντεύουν, ούτε χάριζαν τη χώρα τους σε ξένους, παρά την υπεράσπιζαν, καμιά φορά μάλιστα με τη ζωή τους.

Έτσι ξεχώριζαν οι κακοί απ τους καλούς, οι ανεύθυνοι απ τους υπεύθυνους, οι άτιμοι απ τους έντιμους, οι δειλοί απ τους γενναίους, οι ηλίθιοι απ τους γνωστικούς, οι προδότες απ τους πιστούς, οι φανφαρόνοι απ τους σεμνούς και μόνον έτσι. Στα παραμύθια εκείνα επίσης, όταν καμιά φορά, οι άνθρωποι που υπέφεραν απ τους κακούς, άλλο δεν άντεχαν και ξεσηκώνονταν για να τους διώξουν, το έκαναν αποφασισμένα και ενωμένα, γιατί κατάφερναν να συμφωνήσουν στο ελάχιστο και στο αυτονόητο.

Κι αυτό συνέβαινε, γιατί ακόμα μπορούσαν να αναγνωρίσουν το σημαντικό, να αξιολογήσουν τις ανάγκες τους, να σεβαστούν ο ένας τον άλλο, να χαρούν στην χαρά του, να πονέσουν στον πόνο του, να τον βοηθήσουν όταν είχε ανάγκη, μπορούσαν δηλαδή να επικοινωνούν και να συνδέονται μεταξύ τους. Τώρα παιδιά μου, δεν γίνεται αυτό.

Για να καταλάβετε, τώρα οι άνθρωποι είναι πολύ πολύ μόνοι, κοιτάζουν καχύποπτα ακόμα και τη σκιά τους, δεν χαίρονται να πιουν ένα κρασί με τους φίλους τους -ίσως και να μην έχουν φίλους, ούτε ευχαριστιούνται τον καφέ τους, βαριούνται να ερωτευτούν -καλά καλά δεν φλερτάρουν πια και δεν έχουν καν διάθεση να συνουσιαστούν (!), δεν κοιμούνται ήσυχα, δεν χαίρονται που υπάρχουν, δεν τραγουδούν, δεν ονειρεύονται, δεν ελπίζουν.

Μόνο φοβούνται και σιωπούν -καμιά φορά γκρινιάζουν κι όλας. Αλλά λόγος καθαρός και συγκροτημένος δεν ακούγεται, μόνο ένας συγκεχυμένος βόμβος.

Ίσως πάλι και να βλέπουν πως κάθε τους φροντίδα και επένδυση για να διασφαλίσουν τα μελλούμενα καταρρίπτεται κι αυτό είναι μεγάλο σοκ. Να διαπιστώνει κανείς πως ουσιαστικά δεν μπορεί να προλάβει το μέλλον του και πως οι δρόμοι που διάλεξε να ξοδέψει την ζωντανή ουσία του, ήταν οφθαλμαπάτη, όπως και να το κάνουμε, είναι δύσκολο. Χρειάζεται επαναπροσδιορισμό στη βάση του. Πράγμα που προϋποθέτει να ξαναβρεθεί η βάση.

Μπορείτε να φανταστείτε τη ζωή να πλέει μες το φόβο κι η κάθε μέρα να διαφέρει από την προηγούμενη ως προς το χειρότερο; Ε αυτό ζούμε τώρα. Ξαφνικά όλα έγιναν δεύτερα και κανείς δεν θυμάται τα πρώτα.

Οφείλω φυσικά να σας πω, πως κι εγώ με τη σειρά μου, όταν ήμουν στην ηλικία σας, άκουσα πολλές ιστορίες φτώχειας, πολέμων και δυστυχίας απ τις δικές μου γιαγιάδες (είχα δυο υπέροχες γιαγιάδες, να το ξέρετε). Όμως τα χρόνια πέρασαν κι αυτές μπόρεσαν να επιβιώσουν μέσα στις δυσκολίες τους και τους ξεριζωμούς τους, να μεγαλώσουν τα δικά τους παιδιά με αξιοπρέπεια και με μιαν αγωνία πάντα, αυτά να ζήσουν καλύτερα απ τις ίδιες. Και τα κατάφεραν.

Γιατί αυτό είναι το σωστό. Τα πράγματα να καλυτερεύουν, όχι να χειροτερεύουν. Η ζωή, να μη στρέφεται ποτέ εναντίον της ζωής. Αλλιώς, γίνεται βαθύ σκοτάδι. Και στα βαθιά σκοτάδια επιβιώνουν μόνον οι κατσαρίδες, οι αρουραίοι κι οι λίγοι, ανελέητοι έμποροι.

Κι αυτό θέλουν να γίνει τώρα: να επιβιώσουν αυτοί κι όλοι οι άλλοι, οι πολλοί, να σιγοπεθάνουμε μέσα σε μια αργή, σταθερή και σταδιακά αυξανόμενη φρίκη. Βεβαίως η ζωή θα συνεχίσει και χωρίς τη δική μας μελαγχολία. Όμως εγώ θέλω να υπάρξετε κι εσείς, τα δικά μου εγγόνια.

Και μάλιστα θέλω, οι γονείς σας να σας μεγαλώνουν έτσι που να έχετε υγεία, ομορφιά, ήθος, παιδεία, χαρά και μια σπουδαία Σκέψη, ικανή να αναλύει, να διεισδύει και να συνδέει τα πράγματα στο βυθό τους.

Για να γίνει αυτό, πρέπει εγώ με κάθε τρόπο, να συνεχίσω να μεγαλώνω περίπου έτσι τους γονείς σας, διατηρώντας ανοιχτό το δικαίωμα στην ευτυχία τους.

Λοιπόν γι αυτό και μόνον γι αυτό, αποφάσισα να μη με παρασύρει το μελετημένο τους σχέδιο.

Λίγα είναι που μπορώ να κάνω σ’ αυτή την προοπτική: Να συνεχίσω να χαίρομαι το δώρο της ζωής αξιοποιώντας το σε κάθε ταιριαστή μου κατεύθυνση και να φροντίζω συνεχώς για το Μεταξύ, το Με και το Μαζί. Μάλλον τίποτ’ άλλο.

Όμως αυτά τα λίγα, θα τα κάνω καλά: με αγάπη κι εμπιστοσύνη -στον εαυτό μου, στους συνανθρώπους μου και στην ίδια τη ζωή.

Κι ακόμα κι αν με νικήσουν, τη στιγμή που το σκοτάδι τους θα με καταπίνει για πάντα, εγώ θα συνεχίσω να σας κοιτώ όπως σας ονειρεύτηκα, λαμπερούς και ελεύθερους ανθρώπους, να, αυτές οι κόκκινες παπαρούνες, τα δικά μου εγγόνια..!

σας γλυκοφιλώ, η γιαγιά Φρόσω

ΥΓ. Εύχομαι το γράμμα μου να σας βρει στην Ελλάδα

Φρόσω Παπαδοπούλου

Προσθέστε ένα σχόλιο

Διαβάστε επίσης
Η λογοτεχνική αξιοποίηση του βιβλίου ακολουθεί, συνήθως, τρεις φάσεις προσέγγισης…
error: Το περιεχόμενο προστατεύεται από αντιγραφή !!