(…Ένιωθα ότι οι μεγάλοι σαν να βίαζαν τη θέλησή μου…
Με έκαναν να νιώθω ότι η συνείδησή τους θέλει να με κατασπαράξει…!
Καμιά φορά η συνείδηση αυτή έπαιζε το ρόλο ενός καθρέφτη,
φκιαγμένη για να με κολακεύει.
Άλλοτε πάλι είχε τη δύναμη να μου κάνει μάγια,
με μεταμόρφωνε σε ζώο πράγμα…»
Τι ωραία ποδαράκια έχει η μικρούλα»…
είπε κάποτε μια κυρία και έσκυψε να με χαϊδέψει…
Θα είχα γλυτώσει , αν είχα τολμήσει τότε να πω
“Τι ανόητη κυρία, Σίγουρα με περνάει για σκυλάκι…”
Ήμουν, όμως, τριών ετών και δεν μπορούσα να ξεφύγω με κανένα άλλον τρόπο,
απ’ αυτή τη φωνή και τη λαίμαργη ματιά,
παρά μόνο πέφτοντας με στριγγιές φωνές στο πεζοδρόμιο.
Αργότερα έμαθα μερικά κόλπα, οι απαιτήσεις μου, όμως, μεγάλωσαν.
Έφτανε να μου φερθούν σαν να ήμουν μωρό
για να με πληγώσουν με τις λιγοστές γνώσεις και δυνατότητές μου,
θεωρούσα τον εαυτό μου ολοκληρωμένο άνθρωπο…
Υποσχέθηκα στον εαυτό μου να μην ξεχάσω ποτέ, όταν θα ήμουν μεγάλη, ότι
ένα παιδί 5 χρόνων είναι ήδη ένα τέλειο πλάσμα…!